- χωριζομένη
- χωρίζωseparatepres part mp fem nom/voc sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
χωριζομένῃ — χωρίζω separate pres part mp fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
отълоучаѥмыи — (12*) прич. страд. наст. 1.Выделяемый: видѧхуть бо н҃бо ѿ небытьа бываѥмо и дивлѧхусѧ. видѧху бо море ѿлучаѥмо и чю(д)хусѧ. Пал 1406, 26в. 2. Отделяемый, разделяемый: сего же завистью дь˫аволею. и горкимь вкусо(м) грѣховны(м). ѿ б҃а створшаго… … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
Μέγαρα — Πόλη (23.032 κάτ.) του νομού Αττικής. Αποτελεί έδρα του ομώνυμου δήμου της νομαρχίας Δυτικής Αττικής. Ο δήμος αποτελεί το δεύτερο μεγάλο πτηνοτροφικό κέντρο της Ελλάδας, μετά την Εύβοια. Το αρχαίο κράτος των Μεγάρων. Η αρχαία πόλη των Μ. όπως… … Dictionary of Greek